απορρόφηση(-ις), η
absorption
Ερμηνεία:
Η εισαγωγή , ενσωμάτωση ή υποδοχή αερίου ή αερίων, υγρών, θερμότητας, φωτός ή άλλης μορφής ενέργειας.
Στην ακτινολογία είναι η πρόσληψη της ενέργειας της ιονιζούσης ακτινοβολίας από κάποιον ιστό ή από κάποιο μέσο δια του οποίου διέρχεται.
Στην ακτινοβολία ή την ιατροφυσική είναι ο αριθμός των διασπάσεων ανά δευτερόλεπτο ενός ραδιονουκλιδίου.
Ετυμολογία:
[absorptio (L.) < absorbeo, καταπίνω, to swallow]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Φυσική:
|